ΤΡΟΧΑΙΟ – ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΤΟΚΩΝ ΕΠΙΔΙΚΙΑΣ – ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΑΜΟΙΒΗΣ ΓΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΠΙΤΑΓΗΣ ΠΡΟΣ ΠΛΗΡΩΜΗ
Άρθρ. 931, 932, 356 ΑΚ, Ν 2055/2012, Ν 4193/2013.
Αριθμός αρχείου μας 3272
Πολύ συχνά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις ασφαλιστικές εταιρίες, οι οποίες σε υποθέσεις τροχαίων ατυχημάτων δυστροπούν στην καταβολή τόκων επιδικίας με την εφαρμογή του Ν 2055/2012. Εν προκειμένω, παρότι το αντικείμενο της διαφοράς ήταν μικρό, η συγκεκριμένη υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια για την παραγωγή νομολογίας και για την επίλυση οριστικά του συγκεκριμένου ζητήματος και νομολογιακά. Νομικά φυσικά και δεν υπήρχε ζήτημα αφού ο νόμος είναι ξεκάθαρος. Αυτονόητα εφόσον η ασφαλιστική εταιρία δυστροπούσε στην καταβολή των τόκων αυτών, έπρεπε να ακολουθήσει επιταγή προς πληρωμή και κατά συνέπεια και χρέωση αμοιβής για τη σύνταξη αυτής, σύμφωνα με τα οριζόμενα πλέον στο άρθρ. 72 Ν 4193/2013.
Ειδικότερα: Σε προηγούμενη ανάρτησή μας, αναφερόμασταν σε τροχαίο ατύχημα προξενούμενο κατ’ αποκλειστική υπαιτιότητα της οδηγού του ΙΧΕ, η οποία οδηγώντας το ΙΧΕ αυτοκίνητο της ιδιοκτησίας της, μέσα στην πόλη της Πρέβεζας, χωρίς να ενεργοποιήσει τα φώτα έκτακτης ανάγκης, ακινητοποίησε το όχημά της μπροστά στην ΑΤΕ Πρέβεζας, παραπλεύρως άλλου σταθμευμένου οχήματος (διπλοπαρκάρησε) και άνοιξε την πόρτα της για να κατέβει. Αποτέλεσμα της αμελούς αυτής συμπεριφοράς της, ήταν να τραυματίσει με την πόρτα, διερχόμενο οδηγό μοτοποδηλάτου ο οποίος εκινείτο ομόρροπα και επιχείρησε να διέλθει της οδού εντός του ρεύματος πορείας του, με μηδενική ταχύτητα (η γωνία της πόρτας τον βρήκε στο πρόσωπο), και να τον ανατρέψει.
Το Εφετείο αποδεχόμενο την αποκλειστική υπαιτιότητα της εναγομένης, δέχθηκε ότι ο συγκεκριμένος τραυματισμός συνιστά μόνιμη αναπηρία και λαμβάνοντας υπόψιν τις επιπτώσεις που θα έχει αυτός όσον αφορά την επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική ανέλιξή του, υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα πέραν της ηθικής βλάβης και πρόσθετη χρηματική ικανοποίηση λόγω μόνιμης αναπηρίας.
Η αντίδικος ασφαλιστική εταιρία της υπαίτιας οδηγού, ύστερα από την έκδοση της απόφασης του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, προέβη στην αποπληρωμή του ποσού που επιδικάστηκε υπέρ του εντολέα μας. Πλην όμως, το ποσό αυτό δεν εξοφλήθηκε κατά τα διατασσόμενα της απόφασης καθώς η αντίδικος δεν κατέβαλλε τους οφειλόμενους τόκους επιδικίας. Κατόπιν αυτού, ο εντολέας μας προχώρησε στην εκτέλεση της συγκεκριμένης απόφασης με επιταγή προς πληρωμή για το συνολικό ποσό των 5.172,9 ευρώ εκ των οποίων τα 3.227,9 ευρώ αφορούσαν τόκους επιδικίας και τα υπόλοιπα, δικαστική δαπάνη.
Η αντίδικος άσκησε ανακοπή και αναστολή της εκτελέσεως κατά της επιταγής προς εκτέλεση ισχυριζόμενη ότι δεν οφείλει το ως άνω ποσό καθώς αυτό δεν αναφέρεται ως αίτημα στην αγωγή του εντολέας μας.
Η αίτηση αναστολής απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι : «ουδόλως συνάγεται ότι για την επιδίκαση τόκων επιδικίας θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερο σχετικό αίτημα στην αγωγή, αφού η υποχρέωση καταβολής τόκων επιδικίας, προκύπτει απευθείας από το νόμο και όταν το δικάζον δικαστήριο επιδικάζει την απαίτηση με την υποχρέωση του νόμιμου τόκου, νοείται ο νόμιμος τόκος επιδικίας … Σύμφωνα με το άρθρ. 72 του Ν 4194/2013 (κώδικα δικηγόρων), για τη σύνταξη επιταγής προς εκτέλεση τίτλων εκτελεστών η αμοιβή του δικηγόρου ορίζεται στο σύνολο της δικαστικής δαπάνης όπως αυτή επιδικάσθηκε…»
Η αίτηση αναστολής απορρίφθηκε.
Υπόθεση του γραφείου μας.