ΑΓΩΓΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΛΟΓΩ ΜΗ ΤΗΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 1719 – 1757 ΑΚ. ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΩ ΕΛΛΕΙΨΕΩΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ.
(Άρθρ. 223, 1718, 1719 – 1757, 1816 ΑΚ).
(Εκκρεμής υπόθεση του γραφείου μας).
Η ήδη ηλικιωμένη διαθέτης σε προσύμφωνα δωρεάς (συγκεκαλυμμένων υπό τη μορφή πωλήσεων – τα οποία στη συνέχεια διά αυτοσυμβάσεων εκτελέσθηκαν σε οριστικά συμβόλαια εν αγνοία της), ζήτησε και επέτυχε με τελεσίδικη απόφαση κατόπιν αγωγής της, την ακύρωσή τους. Με τα προσύμφωνα αυτά, μεταβίβαζε λόγω δωρεάς το σύνολο της περιουσίας της στον μικρανεψιό της. Η αγωγή έγινε δεκτή με τη αιτιολογία της μη τηρήσεως από τον μικρανεψιό, του όρου (υπό τον οποίο συνομολογήθηκαν) της ισοβίου φροντίδας της.
Μετά την τελεσιδικία της αγωγής και την έκδοση απορριπτικής εισηγήσεως από τον εισηγητή του ΑΠ, επί της αναιρέσεως που άσκησε ο εναγόμενος και η οποία δεν είχε ακόμη συζητηθεί, ο τελευταίος, άσκησε αγωγή, ζητώντας την ακύρωση της μεταγενέστερης (των ακυρωθέντων προσυμφώνων) δημόσιας διαθήκης της διαθέτιδος. Μόλις δηλαδή βεβαιώθηκε ότι δεν μπορούσε να καταστεί αποκλειστικώς κύριος της κληρονομιαίας περιουσίας, επιδίωξε την ακύρωση της διαθήκης, ώστε να κληθεί στη συνέχεια στην κληρονομιά, έστω, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος, για μέρος αυτής.
Ο λόγος για τον οποία επιδιώκονταν η ακύρωση ήταν ότι : κατά την καταχώρηση αυτής από την συμβολαιογράφο που την συνέταξε, στα βιβλία της, διαπιστώθηκαν από τον μικρανεψιό – ενάγοντα ανακολουθίες και αναντιστοιχίες μεταξύ του σώματος της διαθήκης και των καταχωρήσεων στα συμβολαιογραφικά βιβλία, όσον αφορά τον αριθμό και την ημερομηνία καταχώρησης. Επίσης ζητούνταν η ακύρωση αυτής με την αιτιολογία, ότι η διαθέτης λόγω ηλικίας και σωματικής και πνευματικής κατάστασης, δεν είχε τη δυνατότητα και τη διαύγεια να υπαγορεύσει την συγκεκριμένη διαθήκη κατά το χρόνο συντάξεώς της. Ταυτόχρονα ζητούνταν και η ακύρωση συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου που είχε συνταχθεί με εντολέα τη διαθέτη και εντολοδόχο την τετιμημένη με τη διαθήκη.
Το Π Πρ Πρέβεζας απέρριψε την αγωγή με την αιτιολογία:
Α) Η ισχύς της πληρεξουσιότητας, ρυθμίζεται μετά θάνατον κατ’ άρθρ 223 ΑΚ. Η πληρεξουσιότητα, εάν δεν συνάγεται κάτι άλλο, παύει με το θάνατο ή τη δικαιοπρακτική ανικανότητα αυτού που την χορήγησε. Είναι δυνατή και έγκυρη η χορήγηση πληρεξουσιότητας που συνεχίζεται μετά το θάνατο αυτού που την παρείχε, αλλά και πληρεξουσιότητα μεταθανάτιας ενέργειας, έστω και αν η πράξη που πρόκειται να ενεργηθεί αφορά μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου. Απλώς μετά το θάνατο οι δικαιοπραξίες του πληρεξουσίου με τρίτους καταρτίζονται στο όνομα των κληρονόμων (ΑΚ 1710), που μπορούν φυσικά να ανακαλέσουν την πληρεξουσιότητα με τις ίδιες προϋποθέσεις που μπορούσε και αυτός που την έδωσε. Εκτός και εάν υποκρύπτεται παραβίασης της απαγόρευσης κληρονομικών συμβάσεων.
Β) Έννομο συμφέρον για την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, έχουν κατ’ άρθρ. 1816 ΑΚ, αυτοί που θα κληθούν ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι μετά την ενδεχόμενη ακύρωση της διαθήκης, ήτοι μέχρι και οι παππούδες και γιαγιάδες της κληρονομούμενης και από τους κατιόντες τους τα τέκνα και οι εγγονοί αυτών. Όχι όμως τα τέκνα των εγγονών, όπως ο ενάγων, ο οποίος κατά συνέπεια στερείται εννόμου συμφέροντος στην άσκηση της υπό κρίση αγωγής.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ 28/9/2017