ΑΚΥΡΩΣΗ ΑΝΑΚΟΠΤΟΜΕΝΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΛΟΓΩ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΑΜΦΙΒΟΛΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ – ΑΝΕΠΙΤΡΕΠΤΗ Η ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΒΑΡΟΥΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ ΣΤΟΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΑ
Προσωρινό αρχείο.
Υπόθεση του γραφείου μας.
Οι ανακόπτοντες εντολείς μας είχαν συνάψει με την πιστώτρια και καθ’ ης η ανακοπή Τράπεζα, σύβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Η καθ’ ης εξέδωσε εις βάρος των εντολέων μας διαταγή πληρωμής για ληξιπρόθεσμα χρέη προερχόμενα από την εν λόγω σύμβαση, ύψους εκατοντάδων χιλιάδων Ευρώ, επί της οποίας ασκήθηκε ανακοπή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πρέβεζας.
Το δικαστήριο ακύρωσε την ως άνω διαταγή πληρωμής με την αιτιολογία ότι είναι μεν σύννομη η μετακύλιση της εισφοράς του ν. 128/75 από την υπόχρεα στην καταβολή του τράπεζα προς τον δανειολήπτη, πλην όμως, είναι παράνομη η πρόσθεση των ποσών αυτών στο εκάστοτε υπόλοιπο του λογαριασμού καθώς και ο εκτοκισμός και ανατοκισμός τους, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται το εκκαθαρισμένο ποσό του συνόλου της απαίτησης. Το δικαστήριο δέχθηκε ότι τα πιστωτικά ιδρύματα δικαιούνται να υπολογίζουν λογιστικά τόκους επί καθυστερούμενων τόκων από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης (ανατοκισμός) και όχι τόκους επί προμηθειών, εξόδων και εισφορών που ενυπάρχουν στη σύμβαση.
Το ύψος των παρανόμων αυτών χρεώσεων στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να προσδιορισθεί από τους τηρούμενους ελλιπώς λογαριασμούς και εγγραφές από την τράπεζα με βάση τα οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής καθώς και στα αποσπάσματα αυτά φαίνεται ότι έχουν καταλογισθεί κονδύλια που αφορούν την εισφορά του Ν 128/1975.
Ανεπίτρεπτη είναι η αντιστροφή του βάρους απόδειξης κατά την οποία μετατίθεται στον ανακόπτοντα η υποχρέωση του καθ’ ου η ανακοπή και αιτούντος την έκδοση διαταγής πληρωμής να επικαλεστεί το ακριβές ύψος της απαίτησης του και να αποδείξει εγγράφως το βέβαιο και εκκαθαρισμένο αυτής. Ο ανακόπτων προκειμένου να ευδοκιμήσει η ανακοπή του δεν χρειάζεται να αποδείξει ούτε ότι η απαίτηση είναι ανεκκαθάριστη, ότι δηλαδή το ποσό της δεν είναι ορισμένο, αρκεί μόνο αμφισβητώντας την αρνητική αυτή προϋπόθεση στα πλαίσια της ανταποδεικτικής του ευχέρειας να δημιουργήσει αμφιβολία στο Δικαστήριο σχετικά με τη συνδρομή της και περαιτέρω να μην επιτύχει ο καθ΄ ου η ανακοπή να άρει την σχετική αμφιβολία.
Επίσης το δικαστήριο δέχθηκε ότι η άποψη κατά την οποία είναι μεν ορισμένος ο λόγος της ανακοπής με τον οποίο αμφισβητείται το εκκαθαρισμένο της απαίτησης πλην όμως αν δεν επικαλείται ο ανακόπτων το ποσό κατά το οποίο είναι ανεκκαθάριστη θα πρέπει να διατάσσεται λογιστική πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής κατά το αντίστοιχο μέρος της, και όχι εν όλων οδηγεί σε καταστρατήγηση των άρθρων 623 και 624 ΚΠολΔ.
Κατόπιν τούτων το Δικαστήριο έκρινε ότι η απαίτηση της καθ’ ής καθίσταται ανεκκαθάριστη, κατ’ άρθρο 624 ΚΠολΔ, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι αφενός υπάρχει αμφιβολία για το ύψος της απαίτησης της καθ’ ης, αφετέρου δε διαπιστώνεται ότι οι ανακόπτοντες εμποδίζονται με βάση αποκλειστικά τα στοιχεία του φακέλου να προβάλλουν με πληρότητα λόγους μείωσης της απαίτησης για μερική ακύρωση της διαταγής πληρωμής.
Το Δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής στο σύνολό της.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ 22/6/2018
Υπόθεση του γραφείου μας.